Το οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου εξακολουθεί να αποτελεί κύρια  αιτία θανάτου παγκοσμίως και την πρώτη σε αναπτυγμένες χώρες.  Έμφραγμα μυοκαρδίου  προκαλείται όταν η ισχαιμία (μειωμένη αιμάτωση της καρδιάς) ξεπεράσει ένα κριτικό όριο που υπερβαίνει την ικανότητα των μυοκαρδιακών κυττάρων για επιδιόρθωση και διατήρηση της ομοιόστασης τους. Όταν αυτό το επίπεδο ισχαιμίας διατηρηθεί για αρκετή ώρα τότε προκαλούνται ανεπανόρθωτες βλάβες στα κύτταρα και νέκρωση.  Ο χρόνος συνεπώς παίζει καθοριστικό ρόλο στην έκβαση ενός εμφράγματος. Η  πρόοδος που έχει επιτευχθεί τα τελευταία χρόνια στην θεραπεία του εμφράγματος είναι σημαντική, δεν μπορεί όμως  να έχει  αποτελέσματα αν  ο ασθενής δεν αποταθεί  έγκαιρα στους  ιατρούς .

Έμφραγμα : Συμπτώματα

Το έμφραγμα μπορεί να εκδηλωθεί με ποικιλία συμπτωμάτων:

  • Συσφικτικό άλγος στον θώρακα και το αριστερό άνω άκρο με συχνά επέκταση στον λαιμό, την σιαγόνα και την πλάτη.
  • Επιγάστριο-κοιλιακό άλγος με συνοδό ναυτία και εμέτους.
  • Αδυναμία, εύκολη κόπωση.
  • Εφίδρωση «κρύος ιδρώτας.»
  • Προλιποθυμικό επεισόδιο.

Η ένταση και τα συμπτώματα δεν είναι ίδια σε όλους τους ασθενείς που περνάνε έμφραγμα. Κάποιοι ασθενείς εκδηλώνουν τυπική συμπτωματολογία με έντονο, «ανησυχητικό», θωρακικό άλγος  ενώ σε άλλους τα συμπτώματα είναι αμβλυχρά ή και απόντα.  Κάποιες φορές η πρώτη εκδήλωση του εμφράγματος είναι η συγκοπή. Όσο περισσότερα συμπτώματα υπάρχουν τόσο μεγαλύτερη η πιθανότητα ότι βρίσκεται σε εξέλιξη   έμφραγμα.

Συχνά προ της εκδηλώσεως εμφράγματος υπάρχουν προειδοποιητικά συμπτώματα. Αυτά είναι ίδια με του εμφράγματος αλλά είναι μικρότερης εντάσεως και διάρκειας. Η χαρακτηριστική «στηθάγχη» προσπαθείας είναι  θωρακικό άλγος στην κόπωση που υφίεται  μέσα σε λίγα λεπτά με ανάπαυση.

Έμφραγμα : Αιτιολογία

Το έμφραγμα οφείλεται σε μειωμένη και παρατεταμένη(άνω των 15 λεπτών)ισχαιμία. Η βασική αιτία είναι η απόφραξη  ενός ή περισσοτέρων στεφανιαίων αγγείων. Οι στεφανιαίες αρτηρίες στενεύουν σταδιακά σχηματίζοντας αθηρωματικές  πλάκες υπό την επίδραση της υψηλής αρτηριακής πίεσης, της υψηλής χοληστερίνης του καπνίσματος και του σακχάρου. Στην περιοχή των στενώσεων υπάρχει αυξημένη πιθανότητα να σχηματιστεί ένας θρόμβος που θα οδηγήσει σε  πλήρη απόφραξη του αγγείου και  έμφραγμα.

Έμφραγμα μπορεί να προκληθεί και από έντονο σπασμό των στεφανιαίων αγγείων. Το κάπνισμα και ορισμένες εξαρτησιογόνες  ουσίες όπως η κοκαΐνη μπορεί να προκαλέσουν σπασμό των στεφανιαίων.

Έμφραγμα : Παράγοντες κινδύνου

Ηλικία. Η στεφανιαία νόσος είναι μια εκφυλιστική νόσος που επιδεινώνεται με την πάροδο του χρόνου. Αθηρωματικές αλλοιώσεις αρχίζουν να σχηματίζονται στα αγγεία ήδη από την εφηβική ηλικία. Από την ηλικία των 45 ετών για τους άνδρες και των 55 ετών για τις γυναίκες ο κίνδυνος για έμφραγμα είναι υπαρκτός.

Κάπνισμα.  Το κάπνισμα ακόμα και το παθητικό αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο εμφράγματος. Ακόμα και το ένα τσιγάρο μπορεί να προκαλέσει  έμφραγμα καθώς αυξάνει παροδικά την πιθανότητα σχηματισμού θρόμβου  και  μπορεί να προκαλέσει σπασμό στα στεφανιαία αγγεία.

Αρτηριακή υπέρταση. Η υπέρταση είναι ένας από τους βασικούς παράγοντες καρδιαγγειακής νοσηρότητας. Η χρόνια αυξημένη αρτηριακή πίεση δρα βλαπτικά στα αγγεία επιταχύνοντας τον σχηματισμό  αθηρωματικών  πλακών και την στένωση των αγγείων.

Δυσλιπιδαιμία. Η υπερχοληστερολαιμία και η υπερτριγλυκεριδαιμία  αυξάνουν την πιθανότητα στένωσης των αγγείων. Ιδιαίτερη σημασία  έχει η LDL χοληστερόλη (κακή χοληστερόλη) η μείωση της οποίας αποτελεί και τον θεραπευτικό στόχο στην προσπάθεια επιβράδυνσης της αθηρωματικής νόσου.

Σακχαρώδης διαβήτης. Το «Σάκχαρο» είναι ένας από του ισχυρότερου παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακά συμβάματα. Η κακή διατροφή, η έλλειψη άσκησης και εν τέλει η παχυσαρκία έχουν πλέον γίνει ο κανόνας στις σύγχρονες κοινωνίες με αποτέλεσμα  ο Σακχαρώδης Διαβήτης  να λαμβάνει διαστάσεις επιδημίας . Συχνά το έμφραγμα αποτελεί την αφορμή για την διάγνωση  παραμελημένου Διαβήτη . Η έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση του Διαβήτη  αποτελούν βασικές προϋποθέσεις για να προληφθεί το έμφραγμα του μυοκαρδίου.

Παχυσαρκία. Η παχυσαρκία εμπλέκεται στην παθογένεια και των τριών προηγούμενων παραγόντων κινδύνου( υπέρταση, δυσλιπιδαιμία, Διαβήτης).  Η παχυσαρκία αποτελεί όμως και ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου  για έμφραγμα. Η απώλεια  10% του σωματικού βάρους μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο αυτό.

Οικογενειακό ιστορικό στεφανιαίας νόσου. Η εκδήλωση στεφανιαίας νόσου σε συγγενή 1ου βαθμού, ηλικίας μικρότερης  των 55 ετών για άνδρα  ή 65 ετών για γυναίκα, αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο για έμφραγμα. Συνεπώς άτομα με επιβαρυμένο ιστορικό πρέπει να τυγχάνουν στενότερης ιατρικής παρακολούθησης.

Αυτοάνοσα νοσήματα. Στα αυτοάνοσα νοσήματα όπως  η Ρευματοειδής Αρθρίτιδα και ο Συστηματικός Ερυθηματώδης  Λύκος  ο οργανισμός στρέφεται εναντίον του εαυτού του προκαλώντας φλεγμονή και καταστροφές σε διάφορους ιστούς του σώματος.  Η χρόνια διέγερση του ανοσοποιητικού συστήματος και η φλεγμονή που προκαλείται προδιαθέτει σε  έμφραγμα.

Έμφραγμα : Διάγνωση

Το έμφραγμα μπορεί να διαγνωσθεί σχετικά εύκολα σε ασθενή με παράγοντες κινδύνου και τυπική συμπτωματολογία-ιστορικό. Η επιβεβαίωση της υποψίας γίνεται με το ηλεκτροκαρδιογράφημα που μπορεί να αποκαλύψει έμφραγμα σε εξέλιξη ή που έχει ήδη συντελεστεί. Δεν είναι βέβαια πάντα τόσο τυπική η εικόνα,  αρκετές φορές μάλιστα είναι πολύ άτυπη ιδίως σε ασθενείς με Σακχαρώδη Διαβήτη.  Για να επισφραγιστεί η διάγνωση πρέπει να τεκμηριωθεί  η μυοκαρδιακής νέκρωση με αυξημένα επίπεδα μυοκαρδιακών ενζύμων (τροπονίνη, CK-MB). Καθώς οι αναλύσεις αυτές καθυστερούν,  η αρχική διάγνωση και άμεση αντιμετώπιση στηρίζεται στο καλό ιστορικό και το ηλεκτροκαρδιογράφημα. Στην διάγνωση μπορεί να βοηθήσει και το ηχωκαρδιογράφημα κυρίως αποκλείοντας άλλα αίτια που προκαλούν θωρακικό άλγος( περικαρδίτιδα, ανεύρυσμα ανιούσας αορτής).

Έμφραγμα : Αντιμετώπιση-θεραπεία

 Στόχος της θεραπείας του οξέος εμφράγματος του μυοκαρδίου είναι η ταχύτερη δυνατή αποκατάσταση της φυσιολογικής κυκλοφορίας στα στεφανιαία αγγεία και η διάσωση καρδιακού μυ. Για τον σκοπό αυτό υπάρχουν πλέον αρκετές ιατρικές  παρεμβάσεις και συμπληρωματικές θεραπείες. Το βασικό εμπόδιο στην επίτευξη αυτών των στόχων είναι η μη αναγνώριση των συμπτωμάτων από τον ασθενή και η καθυστερημένη αναζήτηση ιατρικής βοήθειας. Στο έμφραγμα  το δόγμα «ο χρόνος είναι μυς» καθοδηγεί τις ιατρικές αποφάσεις  και πλέον η  πρώιμη επεμβατική παρέμβαση είναι ο κανόνας.

Εξωνοσοκομειακή αντιμετώπιση. Όταν υπάρχει υποψία για έμφραγμα σε εξέλιξη και δεδομένου ότι δεν υπάρχουν σαφείς αντενδείξεις, ο ασθενής θα πρέπει να λάβει άμεσα μια ασπιρίνη ενόσω αναμένει την μεταφορά του σε υγειονομική μονάδα . Η ασπιρίνη εντός λεπτών εμποδίζει των σχηματισμό νέου θρόμβου και αποδεδειγμένα σώζει ζωές.  Η λήψη ασπιρίνης  από μόνη της θεωρείται μία από τις πιο αποτελεσματικές παρεμβάσεις στο έμφραγμα. Ο ασθενής μπορεί ,επιπλέον, να λάβει υπογλώσσιο χάπι νιτρογλυκερίνης αν υπάρχει τέτοια οδηγία από τον ιατρό του. Η νιτρογλυκερίνη προκαλεί αγγειδιαστολή στα στεφανιαία αγγεία και μπορεί να έχει παροδικά ευεργετικά αποτελέσματα.

Νοσοκομειακή αντιμετώπιση.  Άμεσα χορηγείται οξυγόνο, ηπαρίνη, παυσίπονα και αντιαιμοπεταλιακά φάρμακα. Αξιολογείται η κατάσταση  από καρδιολόγο και ο ασθενής συνήθως μεταφέρεται στο αιμοδυναμικό εργαστήριο για διαγνωστική στεφανιογραφία.  Στην περίπτωση που βρεθεί αποφραγμένο αγγείο  γίνεται διαστολή της περιοχής με ειδικό μπαλόνι και εν συνεχεία τοποθετείται ενδοστεφανιαίος νάρθηκας(Stent) για να διατηρηθεί το αποτέλεσμα. Στην περίπτωση που αποτύχει η προσπάθεια και ο ασθενής είναι αιμοδυναμικά ασταθής μπορεί να επιχειρηθεί αποκατάσταση με καρδιοχειρουργική επέμβαση.

Χρόνια θεραπεία. Δυστυχώς ο ασθενής που έπαθε έμφραγμα είναι υψηλού κινδύνου για νέο επεισόδιο στο εγγύς ή το απώτερο μέλλον. Οι ιατρικές παρεμβάσεις που γίνονται  είναι θα έλεγε κανείς μπαλώματα σε ένα αγγειακό δίκτυο που πάσχει συνολικά. Αν δεν ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα η αθηρωματική νόσος εξελίσσεται και νέες στενώσεις μπορεί να δημιουργηθούν.  Ο σύγχρονος καρδιολόγος διαθέτει τις γνώσεις και τα εργαλεία-φάρμακα  για να επιβραδύνει ή και να καταστείλει την εξέλιξη της νόσου, χρειάζεται όμως  οπωσδήποτε η συμμετοχή και η συμμόρφωση από την πλευρά του ασθενούς.